Τα γένια αρχίζουν να αναπτύσσονται από την προεφηβική ηλικία των 12-14 ετών περίπου και η ολοκλήρωσή τους τοποθετείται σε βάθος χρόνων μέχρι περίπου την ηλικία των 25 ετών. Γι’ αυτό και η αποκατάσταση του γενείου είναι πιο ασφαλής όταν γίνεται μετά από την ηλικία αυτή, οπότε και έχει ολοκληρωθεί η φυσική διαμόρφωσή του.
Πρόκειται για ένα από τα δευτερογενή χαρακτηριστικά του ανδρικού φύλου και η ανάπτυξή του οφείλεται στην παρουσία της ανδρογόνου ορμόνης, τεστοστερόνης. Για αυτό και αναπτύσσεται σταδιακά ακολουθώντας τη σεξουαλική ωρίμανση του άντρα.
Το γένειο αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για κάθε άντρα και θεωρείται ένδειξη ωριμότητας, ανδροπρέπειας και αρχηγικής προσωπικότητας. Τα τελευταία χρόνια η διαμόρφωση του γενείου (styling) είναι πλέον μέσα στα βασικά ενδιαφέροντά του άντρα προκειμένου να διαμορφώσει μία μοντέρνα εμφάνιση.
Η αποκατάσταση του γενείου έχει σκοπό είτε την αποκατάσταση σε περίπτωση ατελώς σχηματισμένου γενείου, είτε την πύκνωσή του σε περίπτωση πολύ αραιού γενείου, είτε την αναδιαμόρφωσή του με βάση τις προσωπικές επιλογές του ενδιαφερόμενου, είτε την αποκατάσταση τοπικής αλωπεκίας.
Θα πρέπει να τονιστεί εδώ ότι η διάγνωση της απουσίας ή της ελάττωσης της τριχοφυΐας στο γένειο είναι αναγκαίο βήμα πριν από την πραγματοποίηση της μεταμόσχευσης τριχών. Άλλα αίτια όπως ένα αυτοάνοσο νόσημα, που συνήθως είναι η γυροειδής αλωπεκία, η τριχοτιλλομανία, η ουλώδης αλωπεκία μετά από θυλακίτιδα (ακμή) ή μετά από τραυματισμό κλπ πρέπει να ερευνηθούν. Σε περίπτωση που διαγνωστεί συγκεκριμένη αιτία αλωπεκίας, πλην της προβληματικής εξέλιξης της φυσιολογικής ορμονοεξαρτώμενης ανάπτυξης του γενείου, τότε πρέπει να αποφασιστεί εάν η μεταμόσχευση τριχών αποτελεί ή όχι αντένδειξη.
Σε περίπτωση μη σχηματισμένου – μη ολοκληρωμένου γενείου χωρίς παθολογικό υπόβαθρο, η εκτίμηση της λοιπής τριχοφυίας του αντρικού σώματος ή και η πραγματοποίηση ορμονικού αιματολογικού ελέγχου ανήκουν στις προεπεμβατικές διαγνωστικές διαδικασίες.
Στο μη ανεπτυγμένο γένειο, οι συνήθεις περιοχές που είναι άτριχες είναι στις παρειές (κάτω ημιμόριο) καθώς και κάτω από το χείλος της κάτω γνάθου. Πιο σπάνια μπορεί να είναι στο πηγούνι και ακόμα πιο σπάνια μπορεί να είναι στο μουστάκι.
Η αποκατάσταση του γενείου γίνεται με τη διαδικασία της μεταμόσχευσης τριχοθυλακικών μοσχευμάτων από το πίσω μέρος του τριχωτού της κεφαλής (ινιακή περιοχή). Η τοποθέτηση αυτών των μοσχευμάτων γίνεται με τη χρήση του implanter χωρίς προηγούμενες υποδοχές στο δέρμα.
Τα τριχοθυλακικά μοσχεύματα που χρησιμοποιούνται μπορεί να είναι και μονότριχα αλλά και πολύτριχα. Η σωστή κατανομή βοηθά στο καλό τελικό αποτέλεσμα εμφάνισης αλλά και ομοιογενούς πύκνωσης.
Η διαμόρφωση του γενείου από πλευράς ανώτατου ορίου του (ύψος αλλά και σχήμα της οριακής γραμμής), από πλευράς ένωσης με το μουστάκι (στο επίπεδο της γωνίας του στόματος ή πιο κάτω από αυτήν) και από πλευράς περιστοματικής διάταξης (πλήρης κάλυψη με τρίχες όλου του πηγουνιού ή διατήρηση άτριχων κενών κάτω από το κάτω χείλος του στόματος), είναι καθαρά προσωπικό θέμα του ενδιαφερόμενου. Προσωπική επιλογή αποτελεί επίσης η πυκνότητα της τριχοφυΐας του γενείου.
Όλες οι οριακές γραμμές του γενείου (άνω προς τα ζυγωματικά, στο πλάι προς τις γωνίες της κάτω γνάθου και κάτω προς τον τράχηλο) διαμορφώνονται με μικροατυπίες (zig zag) προκειμένου να δοθεί ένα φυσικό αποτέλεσμα.
Η σύνδεση του γενείου με το μουστάκι, με το πηγούνι και με τις φαβορίτες απαιτεί εμπειρία και ακολουθούνται ιατρικοί κανόνες, προκειμένου να γίνει ομαλή μετάπτωση της τριχοφυΐας από περιοχή σε περιοχή.
Σχετικά με την εμφύτευση τριχών κάτω από τη γραμμή της κάτω γνάθου, όσο πιο χαμηλά εξελίσσεται τόσο πιο εργώδης γίνεται. Γενικά η ομαλή συνεργασία με τον ασθενή είναι απαραίτητη, δεδομένης της άβολης τοποθέτησης της κεφαλής του αλλά και της άβολης θέσης του γιατρού κατά την εμφύτευση.
Η κατεύθυνση της μεταμοσχευμένης τριχοφυΐας είναι γενικά προς τα κάτω. Εντούτοις στο επίπεδο των γωνιών της κάτω γνάθου, ο ασθενής μπορεί να έχει προσωπική άποψη σχετικά με την τροποποίησή της προς τα έξω.
Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου να μην τραυματιστεί η έξω γναθιαία (προσωπική) αρτηρία ενώ παρατηρείται δυσκινησία των μιμικών μυών της περιοχής λόγω της εφαρμογής της τοπικής αναισθησίας.
Το πλύσιμο της μεταμοσχευμένης περιοχής αρχίζει από την τρίτη μετεπεμβατική μέρα και δίνονται συγκεκριμένες οδηγίες σχετικά με τον τρόπο σίτισης (λήψη φαγητού και ποτού), ώστε να μην διακινδυνευτεί τυχόν επιμόλυνση ή τραυματισμός στην περιοχή που μπορεί να έχουν συνέπειες στη φύτρωση των νέων τριχών.
Συγκριτικά με την μεταμόσχευση τριχών στην κεφαλή, παρατηρείται ότι η επούλωση του δέρματος και η απόπτωση των επιδερμιδικών υπολειμμάτων των μοσχευμάτων γίνεται συνήθως πιο γρήγορα, οι τρίχες των μεταμοσχευμένων τριχοθυλακίων διατηρούνται από την αρχή σε μεγαλύτερο βαθμό και η ανάπτυξη της νέας τριχοφυΐας γίνεται ταχύτερα. Προφανώς όλα τα παραπάνω οφείλονται στην πλουσιότατη αιμάτωση της περιοχής.
Ένα ιδιαίτερο φαινόμενο είναι η ερυθροϊώδης χροιά του δέρματος η οποία μπορεί να επιμείνει για διάστημα 3-5 εβδομάδων μετεπεμβατικά χωρίς να υποδηλώνει φλεγμονή ή ενεργό θυλακίτιδα. Πιθανότατα οφείλεται στην μετεπεμβατική υπεραιμία του ήδη πλούσιου σε αγγείωση δέρματος της περιοχής. Υποχωρεί συνήθως μέχρι τον τρίτο μετεπεμβατικό μήνα.
Πρέπει να τονιστεί ότι σε περίπτωση επιθυμίας πολύ πυκνού γενείου μπορεί να απαιτηθεί και δεύτερη επέμβαση μεταμόσχευσης τριχών, ιδιαίτερα εφόσον αρχικά επρόκειτο για ατελή ανάπτυξη του γενείου σε μεγάλη έκταση.
Τέλος αναφέρεται η δυνατότητα υποστήριξης της τριχοφυΐας του γενείου (στο ανεπτυγμένο γένειο) με τη χρήση τοπικά μινοξιδίλης αλλά και με τον κατάλληλο τρόπο ζωής όσον αφορά στη διατροφή και τη φυσική άσκηση.